Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

Hyperviolet Side.


There's a blue light coming through the windowpane
A blue light that calls my name
I can hear the sirens' whispering wails
Behind the smiling fluorescence
There's a blue light and it knows where I lay
And it creeps through the cracks and the holes
And it spreads like a carpet of souls
Right under my door.
There's a blue light dripping down on me when I'm sleeping
A blue light that tastes like the sandstorms of the South
I can smell iron on the bedsheets -and something else
And there's a hum coming from the chimney.
There's a blue light and it knows my secret name
It flows with my breath and blankets my heart
It is cold like the wastelands up North
And it's tight like tongues intersecting
For the very first time.
There's a blue light in my shadow at night
A blue light that scares the stray dogs away
The lamplights turn cobalt when I blink
I don't know how I know
And the sidewalk ahead is always empty.
It blends with the water I thirst for
It seasons the food when I starve
It flavours the smile when I'm weeping
And yet whispers it loves me.
There's a heavy blue light on the back of my neck
A Prussian Blue light that smells of stale almonds
And it hugs me so tight, it drowns me so sweet
That my screams only come out as moans.
There's a blue light right behind my eyes
That turns black when I play with my veins
And it claims me, for better, for worse
A blue light that riddles the Endtimes
And spreads wide the Sphinx of its sex.
There's a blue light at the rim of the trigger
And it heaves the merciful barrel away
Sometimes it sounds like laughter
Sometimes it sounds like despair
And once upon a time
-I don't know how I know-
Anywhere but here
It used to be both.

Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Phosphorus.



Ώρες μεσημβρινής και νυκτερινής ησυχίας θεωρούνται οι εξής:
Α. Κατά τη θερινή περίοδο από 15:00 έως 17:30 και από 23:00. έως 07:00. Β. Κατά τη χειμερινή περίοδο από 15:30 έως 17:30 και από 22:00 έως 07:30. Θερινή περίοδος, λογίζεται το χρονικό διάστημα, από την 1 Απριλίου έως την 30 Σεπτεμβρίου και ως χειμερινή το χρονικό διάστημα, από την 1 Οκτωβρίου έως την 31 Μαρτίου.


Τελευταία, μου αρέσει να κρατάω ένα τσιγάρο για τη νύχτα. Για την ώρα που θα βγω στη βεράντα και θα δω τι συμβαίνει όταν...

Μα ας πάρουμε τα πράγματα απ' την αρχή.

Αυτή την περίοδο, που δεν ξέρω που αρχίζει και που τελειώνει, όσο κι αν το παροδικό της φράσης το κάνει να φαίνεται λίγο, αυτή την περίοδο λοιπόν, νομίζω πως φοβάμαι να κοιμηθώ. Δεν είμαι και βέβαιος πως είναι φόβος, ίσως είναι και άγχος. Αλλά το ίδιο δεν είναι; Ας το πούμε φόγχος για να συνεννοούμαστε. Έχω λοιπόν ένα φόγχος πως κάτι θα γίνει άμα κοιμηθώ. Όχι σε μένα. Όχι στο κεφάλι μου. Εγώ ελέγχω τα όνειρά μου, δηλαδή ξέρω να τα τελειώνω, αυτό εννοώ. Αν κάποιο όνειρο πάει στραβά ή υπερβολικά καλά, το τελειώνω. Δε με φοβάμαι εκεί. Το φόγχος μου είναι τι γίνεται έξω όσο κοιμάμαι. Φαντάσου ένα παιδάκι, στο πίσω κάθισμα, πάει διακοπές, οδηγεί ο μπαμπάς, η μαμά γαμάει το ραδιόφωνο, το παιδάκι βαριέται και βάζει στόχο να μετρήσει όλα τα εικονοστάσια από την αφετηρία ως τον προορισμό. Τώρα ας φανταστούμε πως το παιδάκι είναι και λίγο ψυχαναγκαστικό και πως αφού το άρχισε, πρέπει να είναι βέβαιο πως τα μέτρησε όλα. Αλλά το ταξίδι είναι μεγάλο και το μυαλό του παιδιού γίνεται φραπές και νυστάζει. Ε, αυτό το παιδάκι έχει το φόγχος μη το πάρει ο ύπνος και χάσει κανένα εικονοστάσι. Αν το πει αυτό στο μπαμπά του και τη μαμά του θα του απαντήσουν "και τι έγινε να χάσεις ένα εικονοστάσι". Αυτό είναι λάθος. Το σωστό είναι "κοιμήσου και θα μετράει η μαμά να σου πει πόσα περάσαμε ενώ κοιμόσουν". Το θέμα είναι αν το παιδάκι έχει εμπιστοσύνη στη μαμά του. Αν το παιδάκι είναι έξυπνο, τη γάμησε, πρέπει να μείνει ξύπνιο αλλιώς η μαμά του θα του πει "δεκατέσσερα" για να ξεμπερδεύει και πάει χαμένο όλο το μέτρημα. Αν το παιδάκι είναι χαζό, δεν ξέρω τι γίνεται. Λογικά θα βάλει τη μαμά να "μετράει" και αυτό θα κοιμάται καθ' όλη τη διαδρομή. Και μετά θα του πει "δεκατέσσερα" και δε θα θυμάται τι δεκατέσσερα και όλα τζετ.

Εγώ μετράω ώρες. Είμαι κάτι σαν τα πειράματα των Σοβιετικών για την αϋπνία αλλά χωρίς το σφυροδρέπανο. Εδώ είναι εθελοντικά όλα. Από την άλλη, κάποια στιγμή κοιμάμαι. Τα χαράματα συνήθως. Ήξερα κάποτε μια κοπέλα, ακόμα την ξέρω δηλαδή, αλλά όταν την ήξερα όντως, μου έλεγε πως πρέπει οπωσδήποτε να έχουμε γυρίσει από οπουδήποτε στο σπίτι (επίσης οπουδήποτε) πριν βγει ο ήλιος (από την ανατολή). Δε μπορούσε να κοιμηθεί αν έσκαγε μύτη ο ήλιος, την έπιανε υπερένταση ή κάτι τέτοιο. Εγώ προσωπικά το σεβόμουν, δεν είχα κανένα κόλλημα με τον ήλιο ή το φεγγάρι, εγώ χέστηκα, έτσι κι αλλιώς θα με φάει το μαύρο χώμα κάποτε, τι με νοιάζει τι λάμπει όταν εγώ κοιμάμαι; Όπως και να 'χει, άμα την ήξερα ακόμα αυτή την κοπέλα τώρα που απλώς την ξέρω ακόμα, θα είχαμε πρόβλημα. Θα προσπαθούσα να της εξηγήσω πως κοίταξε να δεις (και όχι "άκου να δεις" γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι σηκώνει το ρελέ) κοίταξε να δεις, εγώ δεν έχω κάνα πρόβλημα να γυρίσουμε σπίτι όποτε θες, ωραίο το σπίτι, για την ακρίβεια δεν έχουμε βγει από το σπίτι γιατί σιγά μην έβγαινα από το σπίτι τέτοιο καιρό, αλλά εγώ δεν παίζει να κοιμηθώ τώρα. Έτσι θα της έλεγα. Και αν της άρεσε, καλώς, αν όχι, κρίμα γιατί έτσι κι αλλιώς κάποτε θα πεθάνω και τι με νοιάζει αν της άρεσε ή όχι.

Ξεχνιέμαι. Ήθελα να σου πω πως ενώ λοιπόν εγώ κοιμάμαι με τον ήλιο από αυτό το φόγχος μη κοιμηθώ τη νύχτα, όταν είμαι ξύπνιος ούτε κάτι παραγωγικό κάνω, ούτε αξιοποιώ τις ώρες που δεν κοιμάμαι, ούτε νοιώθω (αξιοπρόσεκτα) άσχημα όταν ξυπνάω αργά. Γιατί δε φοβάμαι να κοιμηθώ αφού βγει ο ήλιος; Ξέρω γιατί. Και θα σου πω. Φοβάμαι γιατί δεν ακούω πια το σκουπιδιάρικο.

Μορφάζεις, αλλά ξέρω τι λέω. Χρόνια τώρα, ο ήχος του σκουπιδιάρικου ήταν ο αγαπημένος μου ήχος σε όλη την πλάση. Το άκουγα μέσα στον ύπνο μου και ένοιωθα Ασφαλής. Ένοιωθα πως εκεί έξω ο κόσμος έστεκε ακόμα στη θέση του, πως θα ξυπνούσα και όλα θα ήταν εκεί, το σκουπιδιάρικο μου έλεγε πως δεν ονειρεύομαι τον κόσμο και κυρίως πως δεν είμαι στο τέλος του ονείρου αυτού -που δεν έβλεπα. Το σκουπιδιάρικο ήταν η μια ευκαιρία ακόμα σε έναν κόσμο που με Περίμενε. Μετά σε γνώρισα και εκεί που μέναμε δεν υπήρχαν σκουπιδιάρικα, δηλαδή υπήρχαν αλλά περνούσαν στις 10 το πρωί περίπου και δεν έκαναν πολύ θόρυβο, μόνο όταν έσερναν τους κάδους ως το δρόμο. Αλλά εκεί δεν είχα ανάγκη ούτε το σκουπιδιάρικο, ούτε να με περιμένει ο κόσμος. Εκεί, ήθελα τον κόσμο να βάλει νέφτι στον κώλο του και να μας πάει γαμιώντας γιατί ήμασταν μαζί και ήθελα να φτάσουμε κάπου παρέα. Εκεί, ξυπνούσα και ήσουν δίπλα μου και ήξερα όλη τη νύχτα πως θα σηκωθώ και θα ήσουν εκεί και πως θα ξυπνήσω και θα ήσουν εκεί και πως θα πέσω για ύπνο και θα ήσουν εκεί και είχα ξεχάσει το σκουπιδιάρικο εδώ. Και όπως φαίνεται με ξέχασε κι αυτό.

Τώρα δεν έχω κανένα δίπλα μου, ούτε όταν ξυπνάω, ούτε όταν πέφτω για ύπνο, ούτε όταν σηκώνομαι τη νύχτα. Δεν είναι όμως λυπητερό, είναι χειρότερο, γιατί δε θέλω κι όλας κανέναν δίπλα μου. Θα ήθελα όμως να ακούω το σκουπιδιάρικο. Ίσως γι' αυτό μένω ξύπνιος ως το ξημέρωμα. Όχι για να το περιμένω. Γιατί τώρα, είμαι εγώ το σκουπιδιάρικο. Πρέπει εγώ να τσεκάρω αν είναι όλα στη θέση τους. Και γι' αυτό μου αρέσει να κρατάω ένα τσιγάρο για τη νύχτα. Είναι από αυτά τα τσιγάρα που ανάβεις όταν έχεις φόγχος. Δε το διώχνει, αλλά τουλάχιστον κάνεις κάτι άλλο, όταν σκάσει μύτη ο Διάολος, δείχνεις απασχολημένος κι όταν σκάσει μύτη ο Θάνατος, δείχνεις λίγο πιο μάγκας. Τώρα αν σκάσει μύτη ο Θεός δεν ξέρω τι παίζει, μάλλον άναψες λάθος τσιγάρο.

Έτσι που λες. Τις προάλλες είδα ένα φαντασμαγορικό θέαμα. Ένα λεωφορείο, εκτός υπηρεσίας, έστριψε από τη μεγάλη λεωφόρο και πέρασε μπροστά από το στενάκι που μένω. Ένοιωθα σαν αυτούς τους τύπους στην Αφρική, στην Κένυα, στο Σερενγκέτι που κάθονται σα μαλάκες ώωωωρες μέσα στη λάσπη με κάτι κυάλια που τα δείχνουν όλα πράσινα και παρακολουθούν τις ύαινες. Και γυρνάνε μετά με μια φάτσα λες και έχουν φάει όλα τα κουμπιά του κόσμου και σου λένε "Είμαι ενθουσιασμένος! Πρώτη φορά το είδα αυτό, ώστε έτσι κατουράνε οι ύαινες το βράδυ!" Και το εννοούν. Όντως είναι ενθουσιασμένοι. Εγώ είδα αυτό το λεωφορείο να περνάει μπροστά από το σπίτι, παραλίγο να μου φάει και τον καθρέφτη γι' αυτό την επόμενη το έβαλα στο στενό το αμάξι. Και το τελευταίο που θα υποπτευόμουν, θα ήταν το λεωφορείο. Είδα επίσης άλλα δύο λεωφορεία, άδεια και αχανή να πηγαίνουν με χίλια στη λεωφόρο. Και είδα και τη γειτόνισσα να βγαίνει από το σπίτι, να πηγαίνει στο αμάξι, να παίρνει κάτι, να το δαγκώνει ή κάτι τέτοιο και μετά να κλειδώνει το αμάξι και να ξαναμπαίνει σπίτι. Τέσσερις με πέντε το πρωί αυτό. Και είδα και ένα αεροπλάνο να αναβοσβήνει τα φώτα του ψηλά στον ουρανό και εκεί ένοιωσα σα να βγήκε ένα άυλο δάχτυλο από το κενό ανάμεσα στα αστέρια και να προσπαθούσε να με λιώσει. Ήταν άυλο και δεν την πάλευε, αλλά εγώ ένοιωσα κάπως, τίναξα το τσιγάρο και είδα πως ξημέρωνε και σκέφτηκα "να μπω μέσα πριν βγει ο ήλιος" και γέλασα γιατί με είχε επηρρεάσει αυτή η κοπέλα που ξέρω που ήξερα κάποτε, αλλά μπήκα όντως μέσα, όχι για τον ήλιο, για το αεροπλάνο, δηλαδή για το άυλο δάχτυλο που 'θελε να με λιώσει. Τσέκαρα κι εγώ τον πάγκο να δω αν έχει μαζευτεί κάνα μυρμήγκι πάλι, τίποτα, εγώ δεν έχω να λιώσω τίποτα εκεί έξω, ήπια νερό, έκλεισα τα φώτα και έπεσα για ύπνο και με το που έκλεισα τα μάτια μου περίμενα να γίνει κάτι κακό. Περίμενα να ξυπνήσω κάπου αλλού ή κάποτε άλλου, αλλά ούτε αυτό έγινε και κάπου εκεί πρέφαρα πως δίκιο είχα που περιμένω να γίνει κάτι κακό γιατί κατάλαβα που θα ξυπνήσω και το κακό ήταν αυτό.
Και όντως, δεν ξύπνησα ούτε κάπου αλλού, ούτε κάποτε αλλού.

Ξύπνησα πάλι εδώ και τώρα.

Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Desert Claus.



Άστο να βγει και θα τους δεις
Γόνατα λεκιασμένα, σε έκταση τα χέρια
Αμφορείς γεμάτους μέλι να προσφέρουν
Άστο να βγει και θα δεις
Νεκρικά προσωπεία, λαγνεία γεμάτα
Τη φωλιά να κοιτούν, για σκατά να διψάνε
Άστο να βγει και θα τους δεις
Με τραγούδια ζωσμένους, αχθοφόρους μιας λήθης
Που ποτέ δεν ξεχνιέται και ποτέ δεν γυρνά
Άστο να βγει και θα έρθουν.

Εδώ το κρατώ, κλειδωμένο
Εδώ το κρατώ μ' αλυσίδες βαριές

Υπηκόους δεν ψάχνει, για ζωή δεν πεινά

Εδώ το 'χω, κάτω απ' τη φτέρνα

'Πα στο μαύρο το χώμα που γυρνά και καπνίζει

Εδώ το κρατώ κλειδωμένο

Την ανάσω του πια δε βαστώ να ξερνά

Πάνω σ' όσα ανθίζουν, πάνω σ' όσα αγαπώ.


Άστο να βγει και θα μάθουν
Τι αξίζεις, τι σέρνεις, τι θες
Από που 'σαι φερμένος και πως σε φωνάζουν
Άστο να βγει και θα δουν.
Άστο να βγει και θα ξέρουν
Από τι 'σαι φτιαγμένος και τι σε κρατά
Τις πληγές της λαγνείας πού το αίμα κεντά
Άστο να βγει και θα ξέρουν.
Άστο να βγει και θα κλάψουν
Για το λάθος που είσαι και δεν κυβερνούν
Τα ξερά τους τα μάτια μόνο άμμο γεννάνε
Άστο να βγει
Και θα σωθούν.

Εδώ το κρατώ, κλειδωμένο
Εδώ το κρατώ με καρφιά στο λαιμό

Οι θεοί δεν του λείπουν, για συντρίμμια πεινά

Εδώ το 'χω, με το σχοινί στο λαρύγγι

Απ' του εαυτού μου μακριά τη σπασμένη τροχιά

Εδώ το κρατώ κλειδωμένο

Του πολέμου το γέλιο πια δεν αντέχω

Του καπνού την οσμή δε μπορώ.


Άστο να βγει και θα μάθεις
Από τι είσαι φτιαγμένος, ποιο φίδι κρατάς
Για ποιο τέλος βαδίζεις, σε ποια φρίκη χωράς
Ποιον θα πάρεις μαζί σου, ποιον προδίδεις και πού
Τα όνειρα που θα ζούσες αν ξυπνούσες αλλού
Άστο να βγει και θα μάθεις
Πως ο κόσμος τελειώνει
Πως γερνά ο καιρός
Πως ο ανθός μαραζώνει
Άστο να βγει και θα μάθεις
Να κοιτάς και να βλέπεις
Το χαμό να αγαπάς
Και το τέλος να αντέχεις
Άστο να βγει και θα μάθεις.
Become me
And I'll help you escape

Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

Απορίες V



You march on a trodden momentum
Towards a chimaera called completion
And then what?

Δευτέρα 23 Αυγούστου 2010

Chordata.



Ένας βόμβος διασχίζει τον κόσμο
Και μια βοή που τρίζει στα λαγόνια
Κι είναι εκεί μέσα ένα ζώο
Πολλάκις ραβδισμένο
Χίλιες φορές εκπαιδευμένο
Δέκα χιλιάδων χρόνων ζωντανό.

Είναι ένα ζώο εκεί μέσα
Που θα 'χει δει τον κόσμο να τελειώνει
Πόσες φορές; Δεν πάει ο νους μου
Κι έμαθε αυτό να ζει
Μασώντας τα συντρίμμια
Κι έμαθε να το θέλει.

Είναι ένα ζώο εκεί μέσα
Που ψιθυρίζει για τα χρόνια που περνούν
Που μου μιλάει για το πώς όλα θα πέσουν
Και πως ίσα που προλαβαίνω να το αφήσω
Να μου δείξει
Πως είναι να τελειώνει ο κόσμος.

Μου λέει πως τα Πρέπει μου είναι ωραία
Και με συγχαίρει για την άσπιλη ηθική
Θα ήταν ωραία, παραδέχεται
Να μην υπήρχα τώρα εδώ να με ακούς
Θα ήταν ωραία, παραδέχεται
Να μη με είχες τόσο ανάγκη.

Υπάρχει μέσα μου ένα ζώο
Ξέρει να τρέφεται μόνο στη φτήνια
Απ' τα πολύτιμα κλείνεται απ' έξω
Ως να του ανοίξεις από οίκτο
Και το ταΐσεις λίγο
Ένα μικρό κομμάτι εαυτού.

Μου λέει πως εγώ είμαι ωραίος
Μου λέει πως εγώ είμαι αγνός
Και καθώς πίνει απ' τα λιμνάζοντα
Τα μιαρά υγρά στην άκρη της ψυχής μου
Ό,τι κι αν είμαι, δεν αρκεί
Όχι απέναντί του.

Υπάρχει μέσα μου ένα ζώο
Δίχως ελπίδες, δίχως αξίες, δίχως προσμονές
Λέει δεν υπάρχει τίποτα εδώ ν' αγαπήσεις
Λέει δεν υπάρχει τίποτα εδώ ν' αλλάζει
Όλη τη μέρα του ματώνω το ρύγχος
Όλη τη μέρα του σπάω τα δόντια και τη ράχη
Όλη τη μέρα το μισώ
Μα δε φωνάζει, δε γρυλίζει, δεν αλυχτά
Χαμογελά το ματωμένο του χαμόγελο
Και περιμένει
Τη μέρα που θα το λύσω
Τη μέρα που θα το αφήσω να με μάθει
Πως να γίνω σαν αυτό
Μόνο αυτό.

Σάββατο 21 Αυγούστου 2010

522



Είμαι ήρεμος.

Είναι αυτή η ώρα του 24ώρου που είναι ανάμεσα στο "αργά τη νύχτα" και στο "νωρίς το πρωί". Η μη-ώρα. Αυτό το διάστημα που ο χρόνος κάνει τσιγάρο και το ρολόι τσουλάει στη νεκρά. Λίγα πράγματα γίνονται αυτή την ώρα σε αυτή τη φέτα του πλανήτη. Από το βόρειο πόλο και το Ελσίνκι μέχρι το Κάιρο, την Πραιτόρια και ένα κομμάτι πάγου της ανταρκτικής, ο κόσμος ξεχνά την ύπαρξή του. Όλα όσα αγαπώ ξεκουράζονται και όλα όσα σιχαίνομαι βρίσκονται σε ανακωχή μαζί μου. Και για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό, είμαι απόλυτα ήρεμος. Ξέρω, δεν είναι τίποτα το φοβερό. Υπάρχουν άνθρωποι που στο μυαλό τους έχουν συχνά τέτοιες σιωπές. Βρήκα κι έναν άνθρωπο μέσα στη νύχτα που δεν κοιμόταν ούτε αυτός και πρόλαβα να το πω. "Μπορεί και να μη φύγει" είπε, μα εγώ δεν είμαι αισιόδοξος. Είμαι πολύ ήρεμος για να 'μαι αισιόδοξος. Είμαι ήρεμος σα να είναι ξανά όλα σε τάξη. Ξέρω πως δεν είναι και ξέρω πως τίποτα δεν πάει καλά αλλά είμαι ήρεμος. Αν μπορούσα να νοιώσω κάτι άλλο, θα ένοιωθα παράξενα. Μα μου αρκεί να ακούω το πιάνο στα ηχεία και να βλέπω τον καπνό απ' το τσιγάρο να πλέκει τις αργά περιστρεφόμενες σπείρες του στο ημίφως.

Όλα έχουν γίνει πια
Και δε μένει τίποτα να προσμένω
Αλλά είμαι ήρεμος
Και θέλω να υπάρχει γραμμένο
Γιατί πρέπει να μπορώ να το θυμάμαι
Πρέπει να μπορώ να θυμάμαι
Πως μπορεί ακόμα να συμβεί
Ακόμα κι όταν όλα έχουν συμβεί
Κι έχουν περάσει
Και θέλω να ευχαριστήσω
Όποιον το άφησε αυτό σήμερα
Για να το βρω εγώ
Που δεν ξέρω πως να το φτιάχνω.

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010

Some people.



The cigarette is lit
And the eyes are dim
And I know some people
Who can't have what they want.

The smile is set inside
And the curtains are drawn
And I know some people
Who can't fit in what they're made of.

My thoughts are of you
But the end is mine
And I know some people
Who can live with their shame
But don't know how to die with it.

The eyes are dry these days
And the wounds don't show
And I know some people
Who wish that they were anything
Anything but this.

The dreams have gone now
And the waking is narrow
And I know some people
That never forgive.

The front doors are locked
And the coats are all gone
And I know some people
That whisper of small things
As if they were mythical.

The daybreak is sold
And the world is now sleeping
And I know some people
And they fear sleep so much
They go to it only with the sun.

The cigarette is out
And the eyes are narrow
And I know some people
That would write a letter like this
Only to someone
For whom they were not measured.

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

Novocaine.



Με κοιτά
Μου χαμογελά
Κι ανάβει ένα τσιγάρο
Και με ρωτά
"Ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί;"

Και δε μπορώ να βρω μιαν απάντηση
Δε μπορώ να σκεφτώ ένα λάθος
Που να είναι αρκετά καλό
Και ντρέπομαι λίγο
Που πρέπει για μια φορά να βρω
Τον τρόπο να του εξηγήσω
Πως δε μπορώ πια να βρω
Τι να μου κάνω.

"Ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί;"
Και δεν είναι καθησυχασμός
Δεν είναι παρηγοριά
Είναι η αρχή του παλιού μας σχεδίου
Είναι η αναζήτηση της πρόποσης
Της σπονδής, της θυσίας.

Μα τι να πω
Τι να πω που οι στάχτες δεν καίγονται
Τι να πω που τα μεγάλα
Αν είναι λιγοστά
Καίγονται γρήγορα
Τι να βρω να πω
Και τι να βρω να χάσω

Αυτό απαντώ
Αυτό τον ρωτάω
"Τι έχω να χάσω;"
Και δεν είναι καθησυχασμός
Δεν είναι παρηγοριά.

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

Your Nature.



Θα 'χεις σίγουρα ακούσει το παραμύθι
με το σκορπιό και τον κύκνο
Και θα το 'χεις σίγουρα ακούσει
όπως έπρεπε να έχει ειπωθεί από ανθρώπους
Ο αδαής κύκνος -δε λες καλά να πάθει γιατί δεν ήξερε
Ο σκορπιός που δεν ήξερε τι άλλο να κάνει -δε του κρατάς κακία
Αυτό που θα μπορούσε να είναι μια μικρή προσευχή
στην Αλήθεια
Το πότισαν με την δύσωδη στάμπα της ηλιθιότητας, της άγνοιας
Αυτοί που ξέρουν να εφευρίσκουν χίλιους τρόπους
Ώστε να αποποιούνται της ευθύνης.
"Ήμουν ο κύκνος, δεν ήξερα" σου λένε
και απλώνουν το χέρι της επαιτείας
Κι εσύ μόλις έμαθες, εσύ
δεν μπορείς να αρνηθείς την προσφορά πια
Δάγκωσες το μήλο από το δέντρο της γνώσης
και εξορίστηκες απ' την ουδετερότητα
Ξέρεις πια το κακόμοιρο καλό και το μονόδρομο του κακού
Και πρέπει να ελεήσεις
Και πρέπει να προσέξεις, γιατί εσύ δε δικαιούσαι πια έλεος.
"Ήμουν ο σκορπιός, τι άλλο να έκανα" σου λένε
και περιμένουν κατανόηση
Ενώ εσύ γεύεσαι ακόμη το πικρό τους δώρο στα χείλη.
Αυτή είναι η φύση τους, αυτή ήταν όταν σε κέντρισαν
Και αυτό θα πουν όταν στο ξανακάνουν
Κι αν τώρα δεν έχουν τύψεις, τότε δε θα 'χουν ούτε συμπόνοια
Γιατί την επόμενη φορά, θα το 'χεις επιτρέψει να ξανασυμβεί.

Όποιος βολεύεται με αυτή την ιστορία, να ξέρεις
Σε χρίζει βασιλιά με ακάνθινο στέμμα
Σε στολίζει με όλο το καθήκον του εαυτού σου
Και όλες τις ευθύνες που θα είχε ο δικός του
Μα εσύ, βρες τον τρόπο, τον ατελέσφορο
Τον πανώριο και τον άσηπτο τρόπο
Να σταθείς ταπεινά μπροστά και στους δύο
Να συρθείς από κάτω απ' τη φύση που ευαγγελίζονται
Και δίχως χαρά ή συμπόνοια
Να γίνεις ο ποταμός.