Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008

Ζιπέλαιο.



Μου αρέσουν οι πολύπλοκες συμβολιστικές συζητήσεις που μπορεί να σημαίνουν τετρακόσιες χιλιάδες δισεκατομμύρια διαφορετικά πράγματα, επιτρέπουσες βέβαια να πάρεις ως επικρατές το χειρότερο -δυνατό ή μη- ενδεχόμενο και να το μετατρέψεις σε μια βεβαιότητα που ανατίθεται ως αντεστραμμένο καθήκον στους λεπτεπίλεπτους ώμους μιας λεπτεπίλεπτης κορασίδας -είναι βλέπεις η αντίθεση ενός τόσο άμορφου βάρους χωρίς σαφές κέντρο μάζας με την αδύνατη γλυκύτητα του αχθοφόρου που μας θυμίζει πως τα λεπτά και γλυκά πράγματα μπορούν να κόβουν με γλυκά και λεπτά λόγια έναν οποιασδήποτε πυκνότητας άμορφο όγκο, πνίγοντας έτσι στους γκρι και ξεθυμασμένους λεκέδες αίματος και το χειρότερο ενδεχόμενο, τη βεβαιότητα, το συμβολισμό, την πολυπλοκότητα, την ασάφεια, το θόρυβο, τις αναμνήσεις, τις αναμνήσεις, τις αναμνήσεις και φυσικά -ελπίζω- τις τελείες.

Μου αρέσει να ανάβω φωτιά ανάμεσα στις παλάμες μου τη νύχτα, ελπίζω πως κάποτε θα το κάνεις εσύ, μπορεί και να το ξέρω δηλαδή, μπορεί οι παλάμες να 'ναι μόνο η αρχή -κλισέ: του τέλους-, ή μπορεί να ήταν κάποτε η αρχή σε κάποιο παράλληλο μέλλον που οι γραμμές της ζωής και του παραδόξου τέμνονται κάτω από μεγάλες αψίδες και ψηλούς σοβιετικούς τηλεοπτικούς πύργους -ή μπορεί από την άλλη, η φωτιά που το δεξί χέρι ανάβει να σκοτίζει απλώς τη διαδρομή προς τα κλειστά βλέφαρα, εξηντατόσες ώρες από τον κακόφημο σιδηροδρομικό σταθμό της πρωτεύουσας της Γιουτλάνδης -όπως και να 'χει, θα μάθουμε, θα μάθω, θα βρεθεί κάτι ανάμεσα στον ενικό και στον πληθυντικό που θα θυμίζει την αλήθεια ανεξαρτήτως δυσμενών χωροχρονικών δεδομένων, μακρυά από άκρες κλωστών οδηγούσες σε σκουριασμένους τετανοφόρους ιστούς, γιατί στην τελική, να σου πω και κάτι, σαρδόνια χαμόγελα και μεταθανάτιους πυρετούς και 'μεις ξέρουμε να φτιάχνουμε, εμείς, εσύ και εγώ, αυτό το κάτι ανάμεσα τέλος πάντων, μια ώρα από σένα και άλλες τρεις από μένα, σωστά το μοιράσαμε, αυτό το κάτι ανάμεσα.

Μου αρέσουν τα λευκά φίλτρα, η πικρίλα, το κρύο, τα πριγκηπικά παλτά και τα βικτωριανά φουλάρια στο λαιμό -τέτοια φορούσε και η Βιλελμίνα για να κρύβει πληγές, αλλά εσύ δεν τις κρύβεις, τις στολίζεις νομίζω, μου αρέσουν οι λιμνούλες στα γκρι πεζοδρόμια και το κοινό πεδίο ορισμού κάθε γαλήνιας και τελειωτικής (με τη δική σου ρομαντική έννοια) δυστυχίας που αφήνει εγκαύματα και όχι ουλές, οπότε αφήνουμε τα φουλάρια, μα με φαντάζεσαι με φουλάρι εμένα, έχω ένα ζαχαρί κασκόλ όμως, αυτό, με αυτό θα κρατηθούν ζεστά τα εγκαύματα μέχρι να βρω το μπιτόνι και ρίξω μέσα το τελευταίο Prince που άναψα με το τελευταίο σπίρτο που άναψα με το τελευταίο φως ανάμεσα στις δύο παλάμες -μα αρκεί: τρεις τελείες είναι πάντα καλό σημάδι, ακόμα και αν δεν είναι σε σειρά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου